Μελετώ τα Μαθήματα Θαυμάτων (ACIM) 

με σχολιασμό δικό μου 

και του Ρόμπερτ Ηλία Νατζέμυ

ACIM - Μάθημα 40

Είμαι ευλογημένος ως Υιός του Θεού.

Η δική μου κατανόηση:

Εδώ, η έννοια του "παιδιού" αφορά όλους τους ανθρώπους, χωρίς να περιορίζεται σε φύλο ή συγκεκριμένα άτομα. Σε μια σύγχρονη κοινωνία, η λέξη "παιδί" μπορεί να εκφράζει εξίσου την ιδέα της σύνδεσης όλων μας με μια κοινή πηγή. Αναγνωρίζοντας αυτήν την εσωτερική μας σύνδεση με την πηγή της ζωής, αισθανόμαστε διαφορετικά για τον εαυτό μας, για την αξία μας και για το τι μπορούμε να δημιουργήσουμε στη ζωή μας.

Κατανοώντας ότι και οι άλλοι άνθρωποι είναι επίσης μέρος αυτής της κοινής ενέργειας, μας βοηθά να τους προσεγγίζουμε με σεβασμό, ενδιαφέρον και αγάπη. Όλοι ανήκουμε στην ίδια οικογένεια της ανθρωπότητας, συνδεδεμένοι μέσω της κοινής μας ύπαρξης. Όταν βλέπουμε τον κόσμο με αυτόν τον τρόπο, αισθανόμαστε προστατευμένοι και ασφαλείς, καθώς γνωρίζουμε ότι είμαστε μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου.

Όπως κάθε μέλος μιας οικογένειας έχει τις δικές του ικανότητες και ιδιότητες, έτσι κι εμείς φέρουμε τις δυνατότητες να δημιουργήσουμε, να συνεισφέρουμε και να βελτιώσουμε τη ζωή μας και τη ζωή των άλλων. Ως μέλη αυτής της παγκόσμιας οικογένειας, αξίζουμε αγάπη και σεβασμό για τη μοναδικότητά μας, χωρίς να χρειάζεται να μοιάζουμε με κανέναν άλλον για να το καταφέρουμε.

Αυτός ο τρόπος σκέψης μας ενθαρρύνει να αγαπάμε και να αποδεχόμαστε τόσο τον εαυτό μας όσο και τους άλλους ακριβώς όπως είναι.

ο Ρ. Η. Νατζέμυ μας λέει σχετικά::

ΡΕΝ - Μάθημα 40

Είμαι ευλογημένος ως Υιός (Παιδί) του Θεού.

Εδώ η λέξη Υιός είναι χωρίς φύλο και έχει να κάνει με όλους τους ανθρώπους. Φυσικά, στη σύγχρονη κοινωνία μας, η λέξη Παιδί ίσως να έχει την ίδια αξία. Είναι μια αναφορά στον Ιησού ως Υιό του Θεού και παραπέμπει στο γεγονός ότι η «Υιότητα» αφορά όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο τον Ιησού και δεν περιορίζεται μόνο στους άνδρες.

Όταν βιώνουμε ότι είμαστε παιδιά του θεϊκού όντος, που είναι πανταχού παρόν, παντοδύναμο και μας αγαπά χωρίς όρους, αισθανόμαστε κάπως διαφορετικά για τον εαυτό μας και για το τι αξίζουμε και για το τι μπορούμε να δημιουργήσουμε και για το πώς θα έπρεπε να είναι η ζωή μας.

Το να συνειδητοποιούμε ότι όλοι οι άλλοι είναι επίσης παιδιά ή εκφράσεις του Θείου, μας βοηθά να έχουμε το ανάλογο ενδιαφέρον, σεβασμό και αγάπη γι' αυτούς, λόγω της θεϊκής φύσης τους, αλλά επίσης επειδή είναι οικογένειά μας. Είμαστε μία οικογένεια που συμπεριλαμβάνει όλα τα θεϊκά παιδιά (όντα).

Όταν σκεφτόμαστε μ' αυτόν τον τρόπο, είναι φυσικό ότι θα νιώθουμε προστατευμένοι και ασφαλείς. Θα συνειδητοποιούμε ότι αξίζουμε και φυσικά θα προσδοκούμε την αφθονία του πατέρα μας. Ένα παιδί φέρει τις ικανότητες και τις δυνάμεις του πατέρα του, κι έτσι κι εμείς έχουμε την ικανότητα να ευλογούμε, να εκδηλώνουμε και να θεραπεύουμε.

Ως παιδιά (όντα) της μίας θεϊκής πηγής, αξίζουμε αγάπη και σεβασμό μέσα στη μοναδικότητά μας και δεν χρειάζεται να μοιάζουμε με κανέναν άλλον για να τα αξίζουμε. Ως προερχόμενοι από το ένα θεϊκό φως, είναι φυσικό να αγαπάμε όλους όπως είναι – συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μας.

Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι ζούσαν σε αρμονία με τη φύση, υπήρχε ένα μικρό χωριό χτισμένο ανάμεσα σε λόφους και δάση. Οι κάτοικοι αυτού του χωριού ζούσαν απλά, μα με χαρά. Όλοι είχαν μάθει να εμπιστεύονται μια ιδιαίτερη δύναμη που βρισκόταν βαθιά μέσα τους, την οποία ονόμαζαν «Φωνή της Καρδιάς».

Σε αυτό το χωριό ζούσε η μικρή Αριάνα, ένα κορίτσι γεμάτο περιέργεια για τον κόσμο. Η Αριάνα αγαπούσε να περιπλανιέται στο δάσος και να παρατηρεί τα ζώα, τα δέντρα και τα πουλιά. Όμως, καθώς μεγάλωνε, άρχισε να νιώθει πως κάτι έλειπε. Οι άλλοι στο χωριό μιλούσαν συχνά για τη «Φωνή της Καρδιάς» που τους καθοδηγούσε, μα η Αριάνα δεν μπορούσε να την ακούσει. Αναρωτιόταν πώς ήταν δυνατό να έχουν όλοι αυτή την εσωτερική φωνή, ενώ εκείνη δεν είχε ακούσει ποτέ τίποτα μέσα της.

Μια μέρα, αποφάσισε να αναζητήσει τη φωνή της. Μάζεψε λίγο ψωμί και νερό και ξεκίνησε ένα ταξίδι στο μεγάλο δάσος, όπου οι άνθρωποι έλεγαν ότι κατοικούν τα μυστικά της καρδιάς. Προχώρησε μέσα από μονοπάτια γεμάτα φτέρες και λουλούδια, ακολουθώντας το τραγούδι του ανέμου και το θρόισμα των φύλλων.

Μετά από ώρες περιπλάνησης, η Αριάνα βρέθηκε μπροστά σε μια λίμνη τόσο ήσυχη, που καθρεφτίζονταν πάνω της όλα τα αστέρια, ακόμα και με το φως της ημέρας. Κάθισε στην άκρη της λίμνης, έτοιμη να παραδοθεί στη σιωπή. «Γιατί δεν μπορώ να ακούσω τη φωνή μου;» αναρωτήθηκε, και τότε, κάτι μαγικό συνέβη. Η επιφάνεια της λίμνης άρχισε να κυματίζει, και από μέσα της αναδύθηκε ένα φως – όχι εκτυφλωτικό, αλλά ήρεμο και ζεστό.

Το φως πήρε τη μορφή ενός πουλιού. Το πουλί πέταξε κοντά στην Αριάνα και κάθισε δίπλα της.

«Δεν χρειάζεται να ψάχνεις για τη φωνή σου μακριά», της είπε απαλά το πουλί. «Η Φωνή της Καρδιάς δεν είναι κάτι που πρέπει να βρεις. Είναι κάτι που ήδη υπάρχει μέσα σου, αλλά χρειάζεται σιωπή και εμπιστοσύνη για να την ακούσεις».

Η Αριάνα κοίταξε το πουλί με απορία. «Πώς μπορώ να την ακούσω, αν δεν την έχω ακούσει ποτέ;» ρώτησε.

Το πουλί άνοιξε τα φτερά του και έδειξε τη λίμνη. «Κοίταξε τη λίμνη. Βλέπεις πώς αντανακλά τα πάντα, αλλά μόνο όταν είναι ήρεμη; Η καρδιά σου είναι σαν αυτή τη λίμνη. Όταν ηρεμήσεις μέσα σου, θα δεις ότι η φωνή είναι πάντα εκεί, περιμένοντας να την ακούσεις».

Η Αριάνα έκλεισε τα μάτια της και πήρε μια βαθιά ανάσα. Καθώς ηρέμησε, ένιωσε ένα απαλό ρεύμα ζεστασιάς να διαπερνά το σώμα της. Τότε, άκουσε για πρώτη φορά κάτι που ήταν γνώριμο, αλλά και τόσο καινούργιο. Ήταν η δική της φωνή, όχι δυνατή, αλλά σταθερή και σίγουρη, που της ψιθύριζε λόγια αγάπης και σοφίας.

Από εκείνη την ημέρα, η Αριάνα έμαθε να ακούει τη φωνή της καρδιάς της κάθε φορά που χρειαζόταν καθοδήγηση. Επέστρεψε στο χωριό της, όπου μοιράστηκε την εμπειρία της με τους άλλους, όχι με λόγια, αλλά με τη σιγουριά και την ηρεμία που είχε βρει μέσα της.

Και έτσι, η Αριάνα συνέχισε το ταξίδι της στη ζωή, γνωρίζοντας ότι η δύναμη που αναζητούσε δεν ήταν ποτέ μακριά. Ήταν πάντα μέσα της, όπως είναι μέσα σε όλους μας, αρκεί να σταματήσουμε για λίγο και να ακούσουμε.

Κ